παυρόποδα

παυρόποδα
Τάξη μυριάποδων, που αριθμεί αρκετά μικρά τυφλά ζώα. Τα ζώα αυτά ζουν σε υγρά δάση και σε σάπια ξύλα. Τα ιδιόμορφα αυτά μυριάποδα έχουν 9 ζεύγη πόδια, αλλά όσα βρίσκονται στο πρώτο τμήμα του κορμιού τους, που αποτελείται από 12 τμήματα, είναι ατροφικά.
* * *
τα
ζωολ. τάξη αρθροπόδων που περιλαμβάνει πάμπολλα είδη μικρών φυγόφωτων τυφλών ζώων που ζουν σε υγρά δάση και μέσα σε σάπια ξύλα, δεν έχουν τραχεία και καρδιά και φέρουν 9 ζεύγη ποδιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pauropoda < παῦρος «μικρός» + πούς, ποδός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μυριάποδα — (myriapoda ή myriopoda). Ομοταξία χερσαίων αρθρόποδων, των οποίων το σώμα αποτελείται από πολλά τμήματα ή μεταμερίδια ίσα μεταξύ τους (ομώνυμη μεταμέρεια), καθένα από τα οποία είναι εφοδιασμένο με ένα ή δύο ζεύγη άκρων, έτσι ώστε κάθε άτομο έχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”